Παρασκευή 28 Ιουλίου 2017

"Ξημέρωμα" ~ Ιωάννα Κρανίτη


Σφιχτά δεμένη

η ανήμπορη μοναξιά

μ’ εκείνο το αεράκι

που κάποιοι καλούν γεράματα

κι ίσως γι’ αυτό

περπατούν ανόρεχτα

μέχρι να το ανταμώσουν.

Σε κάθε παύση

άφηνα μια σιωπή

για συμπαράσταση

κι ο αέρας 

δρόσιζε την πεθυμιά μου. 

Στόχος γινόταν  

το κάθε μου ξημέρωμα, 

μα για παράδοση 

δεν έκανε λόγο η ψυχή μου...

Φωτογραφία: Dayle Rayburn – Old man



Τετάρτη 26 Ιουλίου 2017

"Το γυμνό πέλμα της ωραίας Ελένης" ~ Ιωάννα Κρανίτη


Παράωρος φαίνεται κι ας μοιάζει λυτρωμός.

Σταγόνα με δίχως αίσθηση, σε έρημη ακτή.

Στου κύματος την άκρη

βότσαλο απροστάτευτο,


ίχνος ανάλαφρο ζωής ξεχασμένης.

Ιριδίζουν στα νερά άγνωστες γραφές,

θάλασσα ακολουθεί το γυμνό πέλμα της ωραίας Ελένης.

Με τη ζαλάδα της νίκης στα μάτια

οι απόγονοι του Μενελάου

αναπολούν τα τείχη της Τροίας.

Τι κούραση να ξεχωρίζεις τα λάφυρα,

τι κούραση παράωρα να ελπίζεις… 

Φωτογραφία: walk-on-the-beach   Tim Brownson (adaringadventure)

Τρίτη 18 Ιουλίου 2017

"Πόση ζωή θα σου χάριζα, να 'ξερες" ~ Ιωάννα Κρανίτη



Αν υπήρχε μια ώρα που να σε χωρούσε,


που να ήταν για σένα χωρίς να σου στερεί το παραμικρό ,


να μπορούσα ν’ απλώνω τα μοναχικά μου δάχτυλα


και να πιάνω σφιχτά τα δικά σου,


να σε κρατώ και χωρίς να βλέπω τα μάτια σου να σου μιλώ,


 χωρίς να βάζω στα χείλη μου τις λέξεις.


Αν υπήρχε ένας δρόμος που να σε συναντούσα,


που να ήταν για μας μια συνάντηση,


να στεκόσουν εμπρός μου,

να σε κοιτώ και να σου χαρίζω την πιο δική μου στιγμή,

γεννημένη για σένα.

Αν υπήρχε μια αλήθεια που να μου φύλαγες,


που να την είχες για μένα χωρίς να φοβάσαι,


να την είχες στα μάτια σου και να με κοιτάς, 


να μου μιλάς όπως κανείς, χωρίς να φοβάσαι.


Αν υπήρχε μια ώρα που να σε χωρούσε,


αν υπήρχε ένας δρόμος που να σε συναντούσα,


αν υπήρχε μια αλήθεια που να μου φύλαγες, 


πόση ζωή θα σου χάριζα, να ‘ξερες,


πόση ζωή θα έφτιαχνα για σένα…


Ζωγραφική:  Μπάμπης Πυλαρινός

Παρασκευή 7 Ιουλίου 2017

"Βραδινός περιπατητής" ~ Ιωάννα Κρανίτη


Φοβάμαι, είπε ο βραδινός περιπατητής
την ώρα που το πρωινό άστρο μετρούσε το σφυγμό του.

Ανάσανα ρυθμικά και βαθιά όλη νύχτα,
στην αγκαλιά μιας πεταλούδας που αργοπέθαινε.


Φοβάμαι πως αμάρτησα βαριά,

στις απλωμένες τις ζωές που με δεχθήκαν,


που μ’ άφησαν να ξεδιψάσω τη φθορά μου
και να αρνηθώ ό,τι λυπάται να με κοιτάξει κατάματα.

Φοβάμαι πως τώρα που μιλάμε είμαι ήδη νεκρός.

Φοβάμαι πως τώρα που με αφουγκράζεσαι είμαι ήδη νεκρή.

Φοβάμαι πως κι εσύ ακόμη δεν υπάρχεις.

Με ένα ελαφρύ σκίρτημα, σαν γέλιο νεογέννητο,
το πρωινό άστρο άφησε το χέρι του
κι έγειρε απαλά στο αριστερό μάγουλο του περιπατητή.

Δεν υπάρχω, του είπε. Μήτε κι εσύ είσαι εδώ.

Χθες βράδυ όμως έκλεψες για μένα δυο ανθούς.

Όλη τη νύχτα μιλούσες μέσα σου μαζί μου.

Κλείσε τα μάτια και νιώσε πως μυρίζω ολάκερος,
πως υπάρχω ολάκερος, για σένα.

Κλείσε τα μάτια και νιώσε πως υπάρχω μονάχη μου,
πως γεννιέμαι μονάχη μου, για σένα…

Φωτογραφία: Sabrina K.